ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εφαρμοστική γραμματική (η) | applicational grammar |
εφαρμοστικές δομές (οι) | applicatives |
εφαρμοσμένη υφολογία (η) | applied stylistics |
εφαρμοσμένη πραγματολογία (η) | applied pragmatics |
εφαρμοσμένη ιστορική γλωσσολογία (η) | applied historical linguistics |
Εφαρμοσμένη γλωσσολογία (η), διακλαδική γλωσσολογία (η) | applied linguistics |
εφαρμοσμένη γλωσσολογία (η) | applied linguistics |
εφαρμοσιμότητα (η) | applicability |
εφαρμόσιμος,-η,-ο | applicable |
εφαρμόζω | apply |