ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εγκυκλοπαίδεια (η) | cyclopedia |
έγκλιση | enclisis |
εγκλιτικός,-ή,-ό | enclitic |
εγκλιτικά | enclitics |
εγκυκλοπαίδεια | encyclopaedia |
εγκυκλοπαίδεια (η) | encyclopedia |
εγκυκλοπαιδική βάση δεδομένων (η) | encyclopedic database |
εγκλιτικό μόριο (το) | modal particle |
έγκλιση (η) | mood |
εγκοπή (η) | notch |