ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Εναλλακτική (η) | alternant |
εναλλακτικός-ή-ό | alternative |
εναλλακτική επικοινωνία (η) | alternative communication |
εναλλακτική λεξικογραφία (η) | alternative lexicography |
εναλλακτική αρχή (η) | alternative principle |
εναλλακτικές ερωτήσεις (οι) | alternative questions |
εναλλακτικοί κανόνες (οι) | alternative rules |
εναλλακτικό σύνολο (το) | alternative set |
εναλλακτική λειτουργία (η) | switch function |
εναλλακτική αναφορά | switch reference |