ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Εκμάθηση Γλώσσας με τη Βοήθεια Υπολογιστή (η) | Computer Assisted Language Learning (CALL) |
εκλεκτισμός | eclecticism |
εκλεπτυσμένη λέξη/φράση (η) | genteelism |
Εκμάθηση γλώσσας (η) | language learning |
Εκμάθηση γλώσσας (η) | Language learning |
Εκμάθηση (η) | learning |
Εκμάθηση (η) | Learning |
έκλυση (η) | release |
εκμάθηση δεύτερης γλώσσας (η) | second language learning |
εκμάθηση ιχνών | template training |