ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εγγραφή | enrollment |
εγγενής αμφισημία (η) | inherent ambiguity |
εγγενής πτώση (η) | inherent Case |
εγγενής σημασιολογική σχέση (η) | inherent semantic relation |
εγγενώς μετασχηματιστικός,-ή,-ό | inherently transformational |
εγγενώς ελεγχόμενη (συμπεριφορά) (η) | innately guided |
έγγραφα τεκμήρια (τα) | paper documents |
εγγραφή (η) | record |
εγγραφή δεδομένων (η) | recording data |
εγγραφή δεδομένων | recording of data |