ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
αλφάβητο πρόσβασης (το) access alphabet
αποδοχή (η) acceptance
αποδεκτή εναλλακτική μέθοδος (η) acceptable alternative method
αποδεκτός,-ή,-ό acceptable
αποδεκτότητα (η) acceptability
αποδέχομαι accept
ακαδημαϊκό λεξικό (το) academy dictionary
ακαδημία (η) academy
ακαδημαϊκή λεξικογραφία (η) academic lexicography
ακαδημαϊκό λεξικό (το) academic dictionary