ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αλφάβητο πρόσβασης (το) | access alphabet |
αποδοχή (η) | acceptance |
αποδεκτή εναλλακτική μέθοδος (η) | acceptable alternative method |
αποδεκτός,-ή,-ό | acceptable |
αποδεκτότητα (η) | acceptability |
αποδέχομαι | accept |
ακαδημαϊκό λεξικό (το) | academy dictionary |
ακαδημία (η) | academy |
ακαδημαϊκή λεξικογραφία (η) | academic lexicography |
ακαδημαϊκό λεξικό (το) | academic dictionary |