ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Αναιτιατική (η), Αναιτιατικός-ή-ό | unaccusative |
άτονος -η, -ο | unaccented |
αναλογία τύπου και δείγματος (ΑΤΔ) /(η) αναλογία τύπου και εκτύπου (η) | type/token ratio (TTR) |
αναλογία τύπου και δείγματος/εκτύπου | type/token ratio |
αληθειακή συναρτησιμότητα | truth-functionality |
αληθοέπεια | truth-functionality |
αληθοσυναρτησιακός,-ή,-ό | truth-functional |
αληθοτιμή | truth value |
αληθοσυναρτησιακό συνδετικό (το) | truth functional connective |
αληθοσυναρτησιακός-ή-ό | truth functional |