ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
Αναιτιατική (η), Αναιτιατικός-ή-ό unaccusative
άτονος -η, -ο unaccented
αναλογία τύπου και δείγματος (ΑΤΔ) /(η) αναλογία τύπου και εκτύπου (η) type/token ratio (TTR)
αναλογία τύπου και δείγματος/εκτύπου type/token ratio
αληθειακή συναρτησιμότητα truth-functionality
αληθοέπεια  truth-functionality
αληθοσυναρτησιακός,-ή,-ό truth-functional
αληθοτιμή truth value
αληθοσυναρτησιακό συνδετικό (το)  truth functional connective
αληθοσυναρτησιακός-ή-ό truth functional