ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
αλλαγή από πάνω/άνωθεν (η) change from above
αλλαγή από πάνω/κάτω (η) change from above/below
αλλαγή από κάτω/κάτωθεν (η) change from below
ασυνείδητη μεταβολή (η) change from below
αλλαγή σε εξέλιξη (η) change in progress
ανακεκομμένος-η-ο checked
ανακεκομμένη συλλαβή (η) checked syllable
ανακεκομμένο φωνήεν (το) checked vowel
ανάπτυξη της παιδικής γλώσσας (η) child language development
ανενεργός,-ή,-ό chômeur