ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αναλογικός σχηματισμός (ο) | analogical creation |
αναλογικό λεξικό (το) | analogical dictionary |
αναλογική επέκταση (η) | analogical extension |
αναλογικός σχηματισμός (ο) | analogical leveling |
αναλογικός σχηματισμός (ο) | analogical levelling |
Αναλογιστές (οι) | Analogists |
αναλογική επικοινωνία (η) | analogue communication |
αναλογία (η) | analogy |
αναλφαβητικός (ο) | analphabetic |
αναλύσιμος (ο) | analysable |