ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term | 
|---|---|
| ανακόλουθον (το) | anacoluthon | 
| αναγωγική σημασία (η) | anagogical meaning | 
| αναγωγή (η) | anagogy | 
| ανάγραμμα (το) | anagram | 
| ανάλεκτα (τα) | analects | 
| αναλογία (η) | analog | 
| αναλογική μετάδοση (η) | analog transmission | 
| αναλογική γλωσσική αλλαγή (η) | analogic change | 
| αναλογικός-ή-ό | analogical | 
| αναλογική δημιουργία (η) | analogical creation |