ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
αμερικανικός στρουκτουραλισμός/δομισμός (ο) american structuralism
Αμερινδική υπόθεση (η) Amerind hypothesis
Αμερινδική (η) Amerindian
Αμασιατική (η) Amesian
Αμχαρική (γλώσσα) (η) Amharic
αμνησία (η) amnesia
Α-μετακίνηση (η) A-movement
αμφίβιο ρήμα (το) amphibious verb
Ανακόλουθον (το) anacoluthon
ανακόλουθο σχήμα (το) anacoluthon