ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
άσκηση επανάληψης (η) repetition drill
αντικαταστατικός,-ή,-ό replacive
αναπαραγόμενο στοιχείο (το) replicator
αντιπροσωπεύω represent
αναπαριστώ represent
αναπαράσταση (η) representation
αναπαραστατική λειτουργία της γλώσσας (η) representational function of language
αναπαραστατικός,-ή,-ό representative
αντιπροσωπευτικός,-ή,-ό representative
Αντιπροσωπευτικός-ή-ό, Αναπαραστατικός-ή-ό representative