ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
αντιγεγονοτική προϋπόθεση counterfactual presuposition
αντιπραγματική/αντιγεγονοτική πρόταση (η) counterfactual sentence
αντιτροφοδοτώ counterfeed
αντιτροφοδότηση (η) counterfeeding
αντιτροφοδότηση (η) counter-feeding
απομίμηση (η), αντιγραφή (η) counterfeiting
αντιδιαισθητικός,-ή,-ό counter-intuitive
αντιδιαισθητικότητα (η) counter-intuitiveness
αντίστοιχοι-ες-α counterparts
αναγνωριστικό χώρας country identifier