ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
Αμιγής μουσικός τόνος (ο) pure tone
Αμιγές φωνήεν (το), Μονοφώνημα (το) pure vowel
αμιγές φωνήεν (το) pure vowel
αλυσίδα πίεσης (η) push chain
αλυσίδα πίεσης (η) push chain
αυτόματο στοίβας ώθησης προς τα κάτω (το) push-down stack automaton
ανύψωση ποσοδείκτη (η) quantifier raising
ακτινωτή κατηγορία (η) radial category
ακτινοβολία radiation
ανυψώνω/-ομαι raise