ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Αμιγής μουσικός τόνος (ο) | pure tone |
Αμιγές φωνήεν (το), Μονοφώνημα (το) | pure vowel |
αμιγές φωνήεν (το) | pure vowel |
αλυσίδα πίεσης (η) | push chain |
αλυσίδα πίεσης (η) | push chain |
αυτόματο στοίβας ώθησης προς τα κάτω (το) | push-down stack automaton |
ανύψωση ποσοδείκτη (η) | quantifier raising |
ακτινωτή κατηγορία (η) | radial category |
ακτινοβολία | radiation |
ανυψώνω/-ομαι | raise |