ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
τύπος του γερουνδίου της αγγλικής (ο) [-ing form]
τύπος του λήμματος (ο) entry-form
Τύπος/Είδος γεγονότος (ο/το) Event type
Τύπος3 (ο), μορφή (η) form
Τύπος1 (ο), Φόρμουλα (η) Formula, formulae
τύπος του γερούνδιου της αγγλικής (ο) ing
τύπος των Σπίαρμαν και Μπράουν (ο) spearman-brown formula
Τύπος2 (ο), είδος (το) type
τύπος χαρακτηριστικού type of characteristics
τύπος-μάρτυρας (ο) witness