ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| λεκτική απραξία (η) | verbal apraxia |
| ποιόν ενεργείας | verbal aspect |
| λεκτικός συσχετισμός (ο) | verbal association |
| ρηματικά συμπλέγματα (τα) | verbal clusters |
| λεκτική επικοινωνία | verbal communication |
| ρηματικό σύνθετο (το) | verbal compound |
| λεκτικό περικείμενο (το) | verbal context |
| υπόθεση της λεκτικής υστέρησης/ανεπάρκειας (η) | verbal deficit hypothesis |
| λεκτική κατασήμανση | verbal designation |
| λεκτική μονομαχία (η) | verbal duelling |