ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
τύπος προσφώνησης (ο) address form
σύστημα προσφώνησης (το) address system
συστήματα προσφώνησης (τα) address systems
παραλήπτης (λόγου) (ο, η) addressee
ακροατής (ο) addressee
πεπιεσμένος,-η,-ο adducted
πεπλατυσμένος-η-ο, πεπλατυσμένος-η-ο adducted
επάρκεια (η) adequacy
βαθμός επάρκειας (ο) adequacy rank
επαρκής,-ής,-ές adequate