ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Σύνθετο «Μπαχουβρίχι» (το) | bahuvrihi |
ισορροπία (η) | balance |
περίγραμμα ισορροπίας (το) | balance schema |
Ισορροπημένος–η-ο διπλόγλωσσος-η-ο /δίγλωσσος-η-ο | balanced bilingual |
Ισορροπημένος–η-ο διπλόγλωσσος-η-ο /δίγλωσσος-η-ο | balanced bilingual |
ισορροπημένο κόρπους (το) | balanced corpus |
ωμή επιτέλεση (η) | bald on record |
βαλκανική γλωσσική περιοχή (η) | Balkan linguistic area |
βαλτική (η) (γλώσσα) | Baltic |
βαλτική γλωσσική περιοχή (η) | Baltic linguistic area |