ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

553 results
Greek Term English Term
οριστική περιγραφή (η) (definite) description
ορμητήρια (τα) anchor points
οριστικός,-ή,-ό definite (def, DEF)
οριστικό άρθρο (το) definite article
οριστικότητα (η) definiteness
οριστική περιγραφή (η) indicative description
όρντο μνεμόνικους (=μνημονική σειρά) ordo mnemonicus
οριστικός παρελθοντικός (ο) past definite
ορογραφία terminography
όροι αληθείας truth conditions