ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

553 results
Greek Term English Term
ομόφαινο (το) homophene
Ομοφαινία (η) homopheny
ομοφωνικός,-ή,-ό homophonic
ομοφωνική σύγκρουση (η) homophonic clash
ομοφωνική σύγκρουση (η) homophonic conflict
ομοφωνία (η) homophony
ομοργανικός,-ή,-ό homorganic
ομοργανικοί φθόγγοι (οι) homorganic sounds
Ομοτίκ (η) (γλώσσα) Omotic
ομότιμη ομάδα (η) peer group