ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1747 results
Greek Term English Term
εγκυρότητα όψης/επιφάνειας/προσώπου (η) face validity
εγκυρότητα ενδείξεων (η) cue validity
εγκυρότητα δομής (η) construct validity
εγκυρότητα (η) validity
Έγκυρος-η-ο valid
εγκυκλοπαιδιστής (ο) encyclopedist
εγκυκλοπαιδικός ορισμός (ο) encyclopedic definition
εγκυκλοπαιδικό υλικό (το) encyclopedic material
εγκυκλοπαιδικό περιεχόμενο (το) encyclopedic content
εγκυκλοπαιδικό λεξικό (το) encyclopedic dictionary