ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
γραμμικός,-ή,-ό | linear |
γραμμικό δεσμευμένο αυτόματο (το) | linear bounded automaton |
γραμμική φωνολογία (η) | linear phonology |
γραμμικό πρόγραμμα (το) | linear programme |
γραμμικό αναλυτικό πρόγραμμα (το) | linear syllabus |
γραμμικός χρόνος (ο) | linear time |
Γραμμικότητα | linearity |
γραμμικό φάσμα ήχου (το) | linespectrum |
γραπτή | written |
γραπτή απόδειξη (η) | written evidence |