ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
α-τονούμενο (το) | a-bar |
ΑΑΑ (Αφροαμερικανική Αγγλική) (η) | AAE (African American English) |
Αμπχαζιανή (γλώσσα) (η) | AB |
αποκωδικοποιητής A* (ο) | A* decoder |
Αφαρική (η) (γλώσσα) | AA |
Αφροαμερικανική Αγγλική (η) | AAE (African American English) |
Αφροαμερικανική Καθομιλουμένη Αγγλική (ΑΚΑ) (η) | AAVE (African American Vernacular English) |
θέση α-τονούμενου (η) | a-bar position |
ΚΑΑ (Καθομιλουμένη Αφροαμερικανική Αγγλική) (η) | AAVE (African American Vernacular English) |
μη α-δέσμευση (η) (αναφορική δέσμευση σε θέση μη ορίσματος), αναφορική δέσμευση σε μη οργανική θέση (η) | a-bar binding |