ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
επιτοπικός,-ή,-ό | adessive |
σύμφυση (η) | adhesion |
προτρεπτικός,-ή,-ό | adhortative |
πλήθος ορισμάτων (το) | adicity/arity |
επίθ. (επίθετο) (το) | adj |
γειτνίαση (η) | adjacency |
Περιορισμός της γειτνίασης (ο) | adjacency condition |
γειτνιαστικό ζεύγος (το) | adjacency pair |
γειτνιαστικά ζεύγη (τα) | adjacency pairs |
γειτνιαστική παράμετρος (η) | adjacency parameter |