ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
συμπληρωματική θέση (η) | COMP position |
συμπαγής,-ής,-ές | compact |
συνεπτυγμένα λεξικά (τα) | compact dictionaries |
ψηφιακός δίσκος (ο) | compact disc |
συμπίεση (η) | companding |
συνοδευτικό εγχειρίδιο (το) | companion |
παρεμφερές κείμενο (το) | comparable text |
αντιπαραθετικός,-ή,-ό | comparative |
συγκριτικός,-ή,-ό | comparative |
Συγκριτικός-ή-ό, Αντιπαραθετικός-ή-ό | comparative |