ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
τυχαία λεξικά κενά (τα) | accidental lexical gaps |
συμπληρωματικότητα σημασίας (η) | accidents |
προσαρμόζω | accommodate |
προσαρμογή (η) | accommodation |
θεωρία της κοινωνιογλωσσικής προσαρμογής (η) | accommodation theory |
προσαρμόζω | accomodate |
προσαρμογή (η) | accomodation |
εκπλήρωση (η), κατόρθωμα (το) | accomplishment |
εκπληρώσεις (οι), κατορθώματα (τα) | accomplishments |
ζώνη συσσώρευσης (η) | accretion zone |