ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
νέα λέξη (η) | new word |
Αγγλικά της Νέας Υόρκης (τα) | New York City English |
Ηλεκτρονικό Κόρπους των Αγγλικών του Τάινσαϊντ του Νιούκασλ (το) | Newcastle Electronic Corpus of Tyneside English (NECTE) |
σχηματισμός νέας διαλέκτου (ο) | new-dialect formation |
γράμματα του Newdigate (τα) | Newdigate letters |
δεσμός (ο) | nexus |
φυσική γενετική φωνολογία (ΦΓΦ) (η) | NGP |
ιδιότητες Άρνησης, Αντιστροφής, Κώδικα και Έμφασης (οι) | nice properties |
διαμοιρασμός (ο) | niching |
ψευδώνυμο, παρωνύμιο, παρατσούκλι (το) | nickname |