ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
συχνότητα τριγραμμάτων στην Αγγλική (η) | English Trigram Frequencies |
Παράλληλο Κόρπους Αγγλικής-Νορβηγικής (το) | English–Norwegian Parallel Corpus |
εμπλουτίζω | enhance |
βελτίωση | enhancement |
ανάδειξη | enhancement |
Διαφωτισμένη ιδιοτέλεια (η) | enlightened self-interest |
εγγραφή | enrollment |
συνεπάγομαι | entail |
συνειρμός | entail |
σύνδεση | entail |