ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Αποσυνδεδεμένoς-η-ο | delinked |
αποσύνδεση | delinking |
δέλτα | delta |
διαχωριστικός-ή-ό | demarcative |
διαχωριστικό χαρακτηριστικό (το) | demarcative feature |
Διαχωριστική λειτουργία | demarcative function |
ημιδιακρότημα | demibeat |
Ημισυλλαβικός-ή-ό | demisyllabic |
Ημισυλλαβή (η) | demisyllable |
δεικτικός,-ή,-ό | demonstrative |