ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ΔΕΕΓ (Διεθνής Ένωση Εφαρμοσμένης Γλωωσολογίας) (η) | AILA |
δείγμα Augustan Prose (το) | Augustan Prose Sample |
δεδομένος,-η,-ο | given |
δεδομένος,-η,-ο | given vs new |
δείγμα | sample |
δειγματικό κόρπους (το) | sample corpus |
δειγματολήπτης | sampler |
δειγματική καταχώρηση (η) | specimen entry |
δείγμα (το) | token |
Δείγμα (το), έκτυπο (το) | token |