ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ανάλυση μέσω σύνθεσης (η) | analysis-by-synthesis |
αναλυτικός,-ή,-ό | analytic |
αναλυτική προσέγγιση (η) | analytic approach |
αναλυτική γλώσσα (η) | analytic language |
αναλυτικός τύπος γλωσσών (ο) | analytic language type |
αναλυτική λογική πρόταση (η) | analytic proposition |
αναλυτική πρόταση (η) | analytic sentence |
αναλυτικό ύφος (το) | analytic style |
αναλυτικός ορισμός (ο) | analytical definition |
αναλυτικές γλώσσες (οι) | analytical languages |