ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
φατνοουρανικός,-ή,-ό alveopalatal
Εργαλεία Φυσικών Γλωσσών Άλβεϊ (ΕΦΓΑ) (τα) Alvey Natural Language Tools (ANLT)
Αμαρική (γλώσσα) (η) AM
αμάλγαμα (το) amalgam
αμαλγαμάτωση (η) amalgamation
γλωσσική περιοχή του Αμαζονίου (η) Amazonian linguistic area
θόρυβος περιβάλλοντος (ο) ambient noise
αμφίθημα (το) ambifix
αμφισημία (η) ambiguity
ασάφεια (η) ambiguity