ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
συναισθηματική ανατροφοδότηση (η) affective negative feedback
συναισθηματικός συμβολισμός (ο) affective symbolism
συναισθηματική μεταβλητή (η) affective variable
δράστης (ο) affector
επηρεασμένο αντικείμενο (το) affectum
σχέση (η), σύνδεση (η) affiliation
κηδεστής (συγγενής) μετασχηματισμός (ο) affine transform
καταφατικός,-ή,-ό affirmative
affirmative
πρoσφυματοποίηση (η), παραθηματοποίηση (η) affi­xation