ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
επιβλητικός κόμβος (ο) commander
σχόλιο (το) comment
σχολιαστικός,-ή,-ό comment
σχολιακή (υπο)πρόταση (η) comment clause
σχολιακή πρόταση (η) comment clause
εμπορικά λεξικά (τα) commercial dictionaries
δεσμευτικός,-ή,-ό commissive
δεσμευτική (η) (λεκτική πράξη) commissive
δεσμευτική κατηγορία (η) commissive category
αρχή δεσμευτικής κατηγορίας (η) commissive category principle