ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
σύναψη (η) colligation
Συνάθροιση (η), σύναψη (η) colligation
συμφραστικότητα (η) collocability
συμφρασιμότητα (η) collocability
συμφραστικότητα (η) collocability / collocational range
σύμφραση (η) collocate
σύμφραση (η) collocation
συμπαράθεση (η) collocation
Σύμφραση (η), σύναψη (η), συμπαράθεση (η) collocation
συμφραστική ανάλυση (η) collocation analysis