ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
κοχλίας (αυτιού) (ο) cochlea
κοχλιακός πόρος (ο) cochlear duct
κοχλιακό εμφύτευμα (το) cochlear implant
Κόκνι (η) (διάλεκτος) Cockney
φαινόμενο του κοκτέιλ πάρτι (το) cocktail party effect
φαινόμενο του κοκτέιλ πάρτι (το) cocktail party phenomenon
Αναφορά COCOA (η) COCOA Reference
έξοδος (η) coda (Co)
περιορισμοί εξόδου (οι) coda constraints
κωδικοποιησιμότητα (η) codability