ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
κοχλίας (αυτιού) (ο) | cochlea |
κοχλιακός πόρος (ο) | cochlear duct |
κοχλιακό εμφύτευμα (το) | cochlear implant |
Κόκνι (η) (διάλεκτος) | Cockney |
φαινόμενο του κοκτέιλ πάρτι (το) | cocktail party effect |
φαινόμενο του κοκτέιλ πάρτι (το) | cocktail party phenomenon |
Αναφορά COCOA (η) | COCOA Reference |
έξοδος (η) | coda (Co) |
περιορισμοί εξόδου (οι) | coda constraints |
κωδικοποιησιμότητα (η) | codability |