ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
συν-μερωνυμία (η) | co-meronymy |
συνεμφανίζομαι | co-occur |
συνεμφάνιση (η) | co-occurence |
συνύπαρξη (η) | co-occurence |
σχέσεις συνεμφάνισης (οι) | co-occurrence relations |
περιορισμός συνεμφάνισης (ο) | co-occurrence restriction |
συνεργατικός-ή-ό | co-operative |
Αρχή της συνεργασιμότητας (η), Αρχή της συνεργασίας (η), αρχή της συνεργατικότητας (η) | co-operative principle |
συντονιστικός-ή-ό | co-ordinate |
παρατακτικός-ή-ό | co-ordinate |