ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Τσούκτσι (η) (γλώσσα) | Chukchi |
Τσουκοτκο-καμτσατκική (η) (γλώσσα) | Chukotko-Kamchatkan |
κέρμα (το) | chunk |
κερματισμός (ο) | chunking |
θέση του Τσερτς (η) | Church’s thesis |
λεξικό χαρακτήρων (το) | cídiân |
κινημικός,-ή,-ό | cinemic |
κινηματοραδιογραφικός,-ή,-ό | cineradiographic |
μη καθορισμένο στοιχείο (το) | circonstant |
κυκλικός ορισμός (ο) | circular definition |