ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
θεωρία στερνικού παλμού (η) chest palse theory
στερνικός παλμός (ο) chest pulse
δείκτης χι στο τετράγωνο (ο) chi square
χιασμός (ο) chiasmus
Τσίμπτσα (η) (γλώσσα) Chibchan
Τσίμπτσα-Παεσική (η) (γλώσσα) Chibchan-Paezan
Μεξικανικά Αγγλικά (ΜΑ) (τα) Chicano English (CE)
τσικαντί (το) chickadee
Τσίκσο (η) (γλώσσα) Chicksaw
ομιλία κατευθυνόμενη προς τα παιδιά (η) child directed speech (CDS)