ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
επαληθευτικός,-ή,-ό | checking |
Επαλήθευση (η), επαληθευτικός-ή-ό | checking |
περιοχή επαλήθευσης (η) | checking domain |
επαληθευτικός τομέας (ο) | checking domain |
επαληθευτική ερώτηση ετικέτας (η) | checking tag |
χείρημα (το) | chereme |
Χερεμίς/Τσερεμίς (η) (γλώσσα) | Cheremis |
Τσερόκι (η) (γλώσσα) | Cherokee |
χειρολογία (η) | cherology |
σκάκι (το) | chess |