ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
δίαυλος (ο) channel
κανάλι επικοινωνίας (το) channel of communication
χαρακτήρας (ο) character
λεξικό χαρακτήρων (το) character dictionary
σύνολο χαρακτήρων (το) character set
χαρακτηροσειρά (η) character string
χαρακτηριστικό (το) characteristic
χαρακτηριστική λειτουργία (η) characteristic function
χαρακτηρίζω characterize
χαρακτηριστική χρήση (η) charecteristic use