ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ενδοεγκυβωτισμός (ο) | centre-embedding |
Κεντρικός εγκιβωτισμός (ο), ενδοεγκιβωτισμός (ο) | centre-embedding |
φυγόκεντρος-ο | centrifugal |
Κεντρικοποίηση διφθόγγου (η) | centring diphthong |
Κεντρικοποίηση διφθόγγου (η) | Centring diphthong |
γλώσσα σέντουμ (centum) (η) | centum language |
Κόρπους του Αιώνα της Πρόζας (το) | Century of Prose Corpus |
σάφματα (τα) | cepstra |
σαφματικός,-ή,ό | cepstral |
λείανση με σάφμα (η) | cepstral smoothing |