ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
καταφορικός,-ή,-ό cataphoric
καταδρομικός,-ή,-ό cataphoric
καταφορική αναφορά (η) cataphoric reference
καταφορικές λέξεις (οι) cataphoric words
θεωρία καταστροφών (η) catastrophe theory
σλόγκαν (το) catch-phrase
πιασάρικη ατάκα (η) catch-phrase
σλόγκαν (το), πιασάρικη λέξη (η) catch-word
λέξη-οδηγός (η) catch-word
λέξη-κλειδί (η) catch-word