ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Από κάτω προς τα πάνω / από τη βάση προς τα πάνω | bottom-up |
ανοδικός συντακτικός αναλυτής (ο) | bottom-up parser |
ανοδική διεργασία (η) | bottom-up process |
επεξεργασία από κάτω προς τα πάνω (η) | bottom-up processing |
δεσμευμένος-η-ο | bound |
δεσμευμένος-η-ο | bound |
δεσμευμένη αναφορά/αναφορικότητα/αναπομπή (η) | bound anaphora |
δεσμευμένος τύπος (ο) | bound form |
δεσμευμένο μόρφημα (το) | bound morpheme |
δεσμευμένες πιθανότητες (οι) | bound probabilities |