ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ισοδυναμία (η) | biconditional |
αμφιπολιτιμικός,-ή,-ό, διπολιτισμικός,-ή,-ό | bicultural |
διδιαλεκτική εκπαίδευση (η) | bidialectal education |
διδιαλεκτισμός (ο) | bidialectalism |
διδιαλεκτισμός (ο) | bidialectism |
Διδιαλεκτισμός (ο) | bidialectism |
διπλοκατευθυντικός,-ή,-ό | bidirectional |
διπλοκατευθυντική αφομοίωση (η) | bidirectional assimilation |
δικατευθυντικό δίγλωσσο λεξικό (το) | bidirectional dictionary |
διακατευθυντικό λεξικό (το) | bidirectional dictionary |