ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Μπένουε-Κουά (η) (γλώσσα) | Benue-Kwa |
Βερβερική (η) (γλώσσα) | Berber |
Κόρπους Αγγλικών των Εφήβων του Λονδίνου του Μπέργκεν (COLT) (το) | Bergen Corpus of London Teenage English (COLT) |
μέθοδος Μπέρλιτς (η) | Berlitz method |
καλύτερο παράδειγμα (το) | best example |
καλύτερο ταίριασμα (το) | best match |
καλύτερη διαδρομή (η) | best path |
καλύτερο μονοπάτι (το) | best path |
καθοµιλουµένη των αγγλοφώνων αφροαµερικανών (η) | BEV |
Βουλγάρικα (τα) | BG |