ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Αγγλικά του BBC (τα) | BBC English |
Λευκορωσική (η) (γλώσσα) | BE |
αντικείμενο δανεισμού (το) | Be borrowed |
αναπτύςσομαι | be expanded |
περιέχω πόδα | Be footed |
σχηματίζομαι αναλογικά | Be levelled |
αντιστοιχίζομαι | be mapped |
προϋποτίθεται | Be presupposed |
ανυψώνομαι / ανυψώνω | Be raised / raise |
αναδιπλασιάζομαι | Be reduplicated |