ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ανάβαση (η) | ascension |
προσάπτουσα (η) | ascriptive |
προσάπτουσα πρόταση (η) | ascriptive sentence |
πρόσθιο, χαμηλό, μη στρογγυλό φωνήεν /ae/ (το) | ash |
Ασιατική Εταιρεία Λεξικογραφίας (η) | Asian Association for Lexicography |
Αγγλικά Ασιατικών Εφημερίδων (ευρετήριο) | Asian Newspaper English |
Ασιατικές γλώσσες (οι) | Asiatic languages |
Αμερικανική Νοηματική Γλώσσα (η) | ASL |
όψη (ρηματική) (η) | aspect |
ποιόν ενεργείας (το) | aspect |