ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αρθρωτόμετρο (το) | articulometer |
τέχνημα (το) | artifact |
τεχνητή νοημοσύνη (η) | artificial intelligence |
τεχνητή γλώσσα (η) | artificial language |
γραφικά (τα) | artwork |
Αρουμανική (η) (γλώσσα) | Arumanian |
άρειος,-α,-ο | Aryan |
αρυταινοειδείς χόνδροι (οι) | arytenoid cartilages |
Ασαμέζικα (τα) | AS |
ανιούσες (οι) | ascendenti |