ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Αρχαϊσμός (ο) | archaism |
Αρχαϊσμός (ο) | archaism |
αρχιφώνημα (το) | archiphoneme |
αρχίστρωμα (το) | archistratum |
αρχειοθέτηση (η) | archiving |
αρχειοφύλακας (ο) | archivist |
περιοχή (η), Χώρος (ο) | area |
περιοχή (η), Χώρος (ο) | area |
συνάρτηση επιφανείας (η) | area function |
χωρικός-ή-ό | areal |